.Στις αρχές του 2011 οι Ευρωπαίοι ηγέτες υποστήριξαν ότι η προσπάθειά τους για τον έλεγχο της κρίσης δημοσίου χρέους στην Ευρωζώνη είναι δύσκολος αλλά όχι άπιαστος στόχος. Ότι με τους κατάλληλους και έξυπνους χειρισμούς, θα μπορούσε να περιορισθεί στις μικρές οικονομίες της Ελλάδας, της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας. Όσο για τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης, ένα διακριτικό μείγμα μέτρων δημοσιονομικής λιτότητας, μεταρρυθμίσεων οικονομικής διακυβέρνησης και ήπιων αναθεωρήσεων στις βασικές συνθήκες της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα έκαναν τη διαφορά.
Τώρα πια όμως έχει γίνει προφανές ότι η μάχη για το ευρώ εισέρχεται σε ένα πολύ πιο επικίνδυνο στάδιο. Οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων της Ιταλίας και της Ισπανίας αυξήθηκαν ξανά τη Δευτέρα και βρέθηκαν στα υψηλότερα τους επίπεδα από την εισαγωγή του ενιαίου νομίσματος το 1999. Παρομοίως αυξήθηκαν τα πρίμιουμ που ζητούν οι επενδυτές προκειμένου να αγοράσουν ιταλικά και ισπανικά ομόλογα αντί των υπέρ-ασφαλών γερμανικών bunds. Η ‘αποκοπή’, ή αλλιώς η ιδέα ότι η Ιταλία και η Ισπανία έχουν πετύχει να απομονωθούν και ότι είναι προστατευμένες από τη μόλυνση των άλλων κρατών της ευρωπαϊκής περιφέρειας εμφανίζεται πια, με βάση τα τεκταινόμενα στις αγορές ομολόγων, ως αυταπάτη.
Όμως η Ιταλία και η Ισπανία αποτελούν την τρίτη και τέταρτη σε μέγεθος οικονομίες της Ευρωζώνης και από κοινού αντιπροσωπεύουν άνω του 28% του ΑΕΠ της. Αν προσθέσουμε και το 6% που αντιπροσωπεύουν μαζί το ΑΕΠ της Ελλάδας, της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας, αρχίζουμε να συνειδητοποιούμε πως σε όρους οικονομικής παραγωγής οι χρηματοπιστωτικές αγορές εκφράζουν ανησυχίες για την αξιοπιστία άνω του ενός τρίτου της Ευρωζώνης. Οι κίνδυνοι για το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα με τα μπερδεμένα σχήματα διακρατικών δανείων και επενδύσεων ύψους πολλών δις ευρώ είναι υπερβολικά υψηλή.
Κατά συνέπεια, η Ευρώπη δεν έχει να κερδίσει τίποτα συνεχίζοντας να προσποιείται πως η επιβίωση της ευρωπαϊκής νομισματικής ένωσης στην παρούσα της μορφή δεν βρίσκεται υπό απειλή. Στην πραγματικότητα οι επιπτώσεις της παρούσας κρίσης έχουν ακόμα μεγαλύτερο βάθος. Το ευρώ αποτέλεσε το επιστέγασμα ολοκλήρου του μεταπολεμικού σχεδίου ευρωπαϊκής πολιτικής και οικονομικής ολοκλήρωσης. Αν φτάσουμε στο τέλος του ευρώ κανείς δεν θα μπορεί να προβλέψει τι θα γίνει με το υπόλοιπο κομμάτι της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής, ούτε βέβαια με την επιρροή της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην παγκόσμια κοινότητα.
Έπεται λοιπόν ότι κατά τη συνάντησή τους στις Βρυξέλλες την Πέμπτη οι ηγέτες της Ευρωζώνης θα πρέπει επιτέλους να τιμήσουν τις επαναλαμβανόμενες υποσχέσεις τους ότι ‘θα κάνουν ό,τι απαιτείται’ προκειμένου για τη σωτηρία του ευρώ. Έχουν τελειώσει οριστικά τα περιθώρια για θολή και μεγαλόφωνη ρητορική. Έχει έρθει η ώρα για συγκεκριμένα και μετρήσιμα βήματα που θα αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη των αγορών η οποία έχει διαβρωθεί από τις πολιτικές διαφωνίες μεταξύ των Ευρωπαίων πολιτικών και των κεντρικών τραπεζιτών που μαίνονται πολλούς μήνες τώρα.
Η σύγχυση, η αναποφασιστικότητα και η έλλειψη της αίσθησης του επείγοντος με τις οποίες οι αξιωματούχοι της Ευρωζώνης αντιμετώπισαν την κρίση πρέπει εδώ και τώρα να αντικατασταθεί από μια ουσιαστική και λεπτομερή στρατηγική για την υπεράσπιση της Ευρωζώνης. Ο προσδιορισμός των όρων για τη δεύτερη διάσωση της Ελλάδας, αν και είναι πολύ σημαντικός, δεν αρκεί πια.
Είναι αλήθεια βέβαια ότι θα βοηθούσε πολύ αν η Γερμανίδα καγκελάριος Αγγέλα Μέρκελ και ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Ζαν Κλοντ Τρισέ έθεταν τέλος στην όλο και πιο ανούσια διαμάχη τους σχετικά με τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στο πακέτο διάσωσης της Ελλάδας. Αλλά ακόμα κι αν όντως το κάνουν, αυτό δεν θα αλλάξει τις προοπτικές της Ελλάδας να ξεφύγει από την παρούσα παγίδα του χρέους, ούτε θα αγγίξει την καρδιά του προβλήματος – το ότι δηλαδή η Ευρώπη δεν αντιμετωπίζει ένα απλό πρόβλημα ρευστότητας σε μια μικρή ηλιόλουστη μεσογειακή χώρα αλλά μια συστημική κρίση της νομισματικής της ένωσης.
Στις 11 Ιουλίου οι Υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης είπαν ότι αναζητούν τρόπους για να ενισχύσουν την ευελιξία και την εμβέλεια του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας που αποτελεί τον κύριο μηχανισμό διάσωσης της ΕΕ. Έχει πολύ μεγάλη σημασία οι Ευρωπαίοι ηγέτες να ντύσουν μέσα σε αυτή την εβδομάδα τον μηχανισμό με συγκεκριμένα μέτρα. Ακούγονται προτάσεις για τριπλασιασμό της δανειοδοτικής ισχύος του ευρωπαϊκού μηχανισμού ως τα 1500 δις ευρώ, ή και για ακόμα μεγαλύτερη αύξηση των κονδυλίων του προκειμένου να αντιμετωπίσει πιθανές επείγουσες καταστάσεις στην Ιταλία και στην Ισπανία. Υπάρχουν επίσης προτάσεις για να επιτραπεί στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό να αγοράζει κρατικά ομόλογα από τις δευτερογενείς αγορές.
Οι ιδέες αυτές έχουν μειονεκτήματα όπως επίσης και θετικά σημεία. Για παράδειγμα, μια υπερβολικά μεγάλη αύξηση της δανειοδοτικής ισχύος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την ανώτατη πιστοληπτική αξιολόγηση της Γερμανίας και της Γαλλίας. Αλλά το όντως σημαντικό είναι οι ηγέτες της Ευρωζώνης να μην αναβάλουν πια τις λύσεις. Κάθε πρόταση για τη μετάθεση της εξέτασης μιας εύλογης και αναλυτικής λύσης ως τον Σεπτέμβριο θα αποβεί μοιραία.
Θυμόμαστε ότι τον Φεβρουάριο του 2010 οι Ευρωπαίοι ηγέτες είχαν υποσχεθεί να αναλάβουν ‘αποφασιστική και συντονισμένη δράση, αν κριθεί απαραίτητο, προκειμένου να περιφρουρήσουν την οικονομική σταθερότητα στην Ευρωζώνη σαν σύνολο’. Σαφώς και υπάρχουν μεγάλα πολιτικά εμπόδια στη λήψη γενναίων μέτρων. Αλλά είναι οι ίδιοι οι ηγέτες της Ευρωζώνης που κατ’ επανάληψη υποδείκνυαν τους κινδύνους της αδράνειας. Τώρα πρέπει επιτέλους να λάβουν τις αποφάσεις τους για το πώς σχεδιάζουν να σώσουν το ευρώ.
Τετάρτη 20 Ιουλίου 2011
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου