Δευτέρα 6 Ιουνίου 2011

Η Ελλάδα και η συνωμοσία των... banksters

Οι χώρες-μέλη της ευρωζώνης είναι δυτικές Δημοκρατίες. Οι Γερμανοί ψηφοφόροι είναι αντίθετοι στη διάσωση της Ελλάδας, οι Έλληνες πολίτες είναι αντίθετοι στις αδιέξοδες θυσίες ενός νέου μνημονίου. Αν αλήθευαν και οι τρεις προηγούμενες διαπιστώσεις, δεν θα συζητούσαμε σήμερα για άλλο ένα «πακέτο» 100 δισ. στην Ελλάδα, ούτε για ένα ακόμη τριετές πρόγραμμα εξωφρενικής λιτότητας!



Κάτι, λοιπόν, είναι προφανές ότι δεν πάει καλά: δεν χρειάζεται να είναι κανείς φιλόσοφος διεθνούς εμβέλειας για να αντιληφθεί ότι μια από τρεις εισαγωγικές προτάσεις δεν μπορεί να ισχύει. Και επειδή η αλήθεια των δύο δεύτερων δεν χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια για να αποδειχθεί, οδηγούμαστε με ασφάλεια στο συμπέρασμα ότι είναι ψευδής η πρώτη: στην ευρωζώνη έχουν χαθεί και τα τελευταία προσχήματα αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας!


Δεν χρειάζεται να ψάξουμε πολύ για να βρούμε ότι το νέο πολίτευμα στις 17 χώρες που μοιράζονται το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα δεν είναι «αντιπροσωπευτική», όσο δεν είναι και «δημοκρατία». Πρόκειται για μια μορφή τραπεζοκεντρικού πολιτεύματος, όπου οι αποφάσεις υπαγορεύονται στις κυβερνήσεις από συνωμότες “banksters” (λέξη σύνθετη, που προκύπτει από τη συγχώνευση των λέξεων “banker” και “gangster”) και επιβάλλονται στους πληθυσμούς από κυβερνήσεις πρόθυμες να κάνουν τα πάντα για να προστατεύσουν ένα τραπεζικό σύστημα, που ήταν στην αφετηρία του υπηρέτης της οικονομίας, αλλά έχει καταφέρει να μετεξελιχθεί με απόλυτη επιτυχία σε απόλυτο δυνάστη των κοινωνιών.


Οι διαπιστώσεις ίσως φαίνονται υπερβολικές, πολλοί ίσως πουν ότι αντλούμε έμπνευση από συνωμοσιολογικές δοξασίες και μυθεύματα. Πώς αλλιώς όμως μπορεί να εξηγηθεί ότι φθάσαμε σήμερα να είναι όλοι δυσαρεστημένοι με τις διαδοχικές διασώσεις της Ελλάδας (και της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας, και....); Ποιος υπαγορεύει, άραγε, να θυσιάζονται τα «γυαλιστερά» ευρώ των Γερμανών φορολογούμενων για ενισχύσεις χρεοκοπημένων χωρών; Ποιος υπαγορεύει, άραγε, τις ατελέσφορες, σκληρές θυσίες των Ελλήνων και την πλήρη κατάλυση της εθνικής κυριαρχίας του ελληνικού κράτους; Ποιος τα υπαγορεύει όλα αυτά, όταν οι ενδιαφερόμενοι «κυρίαρχοι λαοί» τα απορρίπτουν, αλλά τελικά με ένα «μαγικό» (και σίγουρα όχι ιδιαίτερα δημοκρατικό...) τρόπο τους επιβάλλονται;


Μια γρήγορη ματιά στις βασικές συνιστώσες του ελληνικού προβλήματος αρκεί για να αντιληφθούμε πώς μια νομισματική ένωση που υποστηρίχθηκε ως ένα βήμα εμβάθυνσης της συνεργασίας των λαών, για την κοινή πρόοδο και ευημερία πήρε τον κακό δρόμο προς την πιο σκληρή μορφή τραπεζικής απολυταρχίας:


 Η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα, ύστερα από λίγα χρόνια συμμετοχής στην ευρωζώνη, με μια ισοπεδωμένη παραγωγική δομή, που παράγει μόνο... ελλείμματα στο ισοζύγιο πληρωμών. Και με αυτή τη δομή καλείται να εξυπηρετήσει ένα χρέος 330 δισ. ευρώ, που κάθε χρόνο παράγει τόκους που υπερβαίνουν το 7% του εθνικού προϊόντος, ακόμη και αν υπολογίσουμε ότι η χώρα δανείζεται με μέσο επιτόκιο 5%, ξεχνώντας για μια στιγμή ότι οι σημερινές αποδόσεις των 10ετών ομολόγων «δείχνουν» σε επιτόκια δανεισμού από την αγορά, που ξεπερνούν το 16%.


 Όταν αυτές είναι οι βασικές παράμετροι του ελληνικού προβλήματος, δεν χρειάζεται να είναι κανείς καθηγητής Οικονομικών, όπως ο Φρίντριχ Σνάιντερ, που εστάλη πρόσφατα στην Ελλάδα από την ΕΚΤ για μια επιτόπια μελέτη του ελληνικού φορολογικού συστήματος, για να διαπιστώσει αυτό που με μεγάλη καθαρότητα είπε ο Αυστριακός καθηγητής: «είναι ουτοπικό ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να πληρώσει αυτά τα χρέη. Το χρέος της Ελλάδας πρέπει να μειωθεί».


Όσο, λοιπόν, και αν η τρόικα επιχειρεί να συσκοτίσει τις παραμέτρους του ελληνικού προβλήματος, για να δικαιολογήσει τις διαδοχικές εκταμιεύσεις διεθνών δανείων στη χώρα, δεδομένο είναι ότι η μόνη λύση προβλημάτων όπως της Ελλάδας είναι η αναδιάρθρωση του χρέους, συνδυασμένη βέβαια με σειρά μέτρων οικονομικής ανάταξης και δημοσιονομικής εξυγίανσης, που όμως από μόνα τους είναι αδύνατο να οδηγήσουν στο επιθυμητό αποτέλεσμα, αν δεν χαλαρώσει πρώτα η «θηλιά» των τοκοχρεολυσίων στην ελληνική οικονομία.


Γιατί, πολύ απλά, καμιά οικονομία δεν έχει καταφέρει να ορθοποδήσει πληρώνοντας κάθε χρόνο ένα ποσό που ισοδυναμεί με το 15% του εθνικού προϊόντος σε τόκους και χρεολύσια. Το πρόβλημα δεν λύνεται με επιμηκύνσεις και άλλα όμορφα πολιτικά ευρήματα, που απλώς μεταφέρουν μερικά χρόνια αργότερα ένα μέρος των πληρωμών αυτών: όσο ο τεράστιος «βράχος» του χρέους αιωρείται πάνω από το σώμα της ελληνικής οικονομίας, είναι πολύ δύσκολο να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη επιχειρηματιών και καταναλωτών, ώστε να επανέλθουμε σε μεγέθυνση του εθνικού προϊόντος επαρκή για τη μελλοντική βιωσιμότητα του χρέους.


Ακόμη και ολόκληρη η δημόσια περιουσία αν μπει στην εξίσωση της εξυπηρέτησης του χρέους, με μια εκποίηση-αστραπή χωρίς το παραμικρό ενδιαφέρον για ικανοποιητικές τιμές πώλησης ή για την επιβολή στους επενδυτές άλλων όρων, πάλι το ελληνικό κράτος θα αντιμετωπίσει σύντομα πρόβλημα πρόσβασης στις αγορές για δανεισμό: ποια σοβαρή τράπεζα θα δανείσει με καλούς όρους έναν δανειολήπτη με ιστορικό αλλεπάλληλων χρεοκοπιών τα τελευταία 200 χρόνια, όταν αυτός θα έχει χάσει και το τελευταίο «χωραφάκι» της άλλοτε σπουδαίας περιουσίας του;


Άραγε, οι πολιτικοί της ευρωζώνης, περιλαμβανομένων των στελεχών της ελληνικής κυβέρνησης, αδυνατούν να κατανοήσουν ένα τόσο απλό οικονομικό πρόβλημα; Άραγε, οι σοφοί κεντρικοί τραπεζίτες της Φραγκφούρτης δεν μπορούν να αντιληφθούν ότι... ένα και ένα κάνουν δύο; Γιατί όλοι μαζί επιμένουν ότι το μόνο φάρμακο για τον υπερχρεωμένο Έλληνα ασθενή είναι ακόμη περισσότερο χρέος;


Γιατί πολύ απλά, αυτό που θα αποτελούσε τη θεραπεία του Έλληνα ασθενή (και του Ιρλανδού και του Πορτογάλου και...) θα ήταν θανάσιμο για τους Ευρωπαίους τραπεζίτες και επικίνδυνο για το σαθρό οικοδόμημα που έχουν χτίσει με συνενοχή/συνεργασία των πολιτικών ηγεσιών: η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους θα αποκάλυπτε ότι οι βασιλείς/τραπεζίτες είναι εντελώς γυμνοί (από κεφάλαια). Η μόνη λύση για να ξεπεραστεί ο θανάσιμος κλονισμός της σταθερότητας των τραπεζών από αναδιαρθρώσεις χρεών θα ήταν αυτή που ιστορικά έχει εφαρμοσθεί σε όλες αυτές τις περιπτώσεις.


Οι κυβερνήσεις θα ήταν υποχρεωμένες να προσθέσουν από το υστέρημα των φορολογούμενων πολιτών κεφάλαια στις τράπεζες. Και σε αντάλλαγμα να πάρουν μετοχές, που θα τους έδιναν τον έλεγχο του τραπεζικού συστήματος, αντιστρέφοντας τη δομή του πολιτεύματος στην ευρωζώνη: αντί για ένα τραπεζοκεντρικό εξάμβλωμα, θα επανερχόμασταν σε ένα πολίτευμα όπου πράγματι τον πρώτο λόγο έχουν οι πολίτες και οι εκπρόσωποί τους. Όταν η κρίση αυτή τελείωνε, οι κυβερνήσεις θα πωλούσαν τις μετοχές από τις διασώσεις των τραπεζών πίσω στην ελεύθερη αγορά και θα ανακτούσαν τις ενισχύσεις, ίσως και με κέρδος. Αλλά οι τραπεζίτες θα είχαν πληρώσει ένα ακριβό μάθημα, για να καταλάβουν ότι στο μέλλον είναι επικίνδυνο να ακολουθείς στρατηγικές που οδηγούν σε ιδιωτικά κέρδη, με «κοινωνικοποίηση» των ζημιών.


Καιρός είναι να αντιληφθούμε ότι η δήθεν «ευρωπαϊκή κρίση χρέους» δεν είναι τίποτε άλλο από μια τυπική τραπεζική κρίση, έστω και αν περιπλέκεται από τις πολιτικές σχέσεις των ανεξάρτητων κρατών που μοιράζονται ένα κοινό νόμισμα: Οι τράπεζες πήραν αλόγιστα ρίσκα, αποκόμισαν αμύθητα κέρδη και πολιτική επιρροή μέσα από το μηχανισμό δημιουργίας δημόσιου χρέους. Οι πολιτικοί βολεύτηκαν στην ευκολία εκχώρησης του ρόλου τους στους τραπεζίτες. Και σήμερα όλοι οι εμπλεκόμενοι λαοί καλούνται να θυσιάσουν πολλά, για να παραμείνει αναλλοίωτη η στρεβλή δομή ενός συστήματος, που έχει χάσει και τα τελευταία προσχήματα δημοκρατικής νομιμοποίησης και λειτουργεί χωρίς στοιχειώδη ισορροπία στην κατανομή υποχρεώσεων και οφελών μεταξύ τραπεζιτών και πληθυσμών.


Στην πραγματικότητα, η τραπεζική κρίση στην Ευρώπη μπορεί να λυθεί με το μόνο τρόπο που λύνονται ιστορικά όλες οι συστημικές κρίσεις στα τραπεζικά συστήματα: οι κυβερνήσεις πρέπει να προσφέρουν στις τράπεζες τα αναγκαία κεφάλαια για να ξεπεράσουν τις ζημιές από τις «τοξικές» τοποθετήσεις τους και, στην πορεία αυτής της διαδικασίας, να ανακτήσουν τον έλεγχο του πιστωτικού συστήματος. Όσο δεν το κάνουν, τόσο περισσότεροι αγανακτισμένοι Έλληνες (και όχι μόνο...) θα μαζεύονται στις πλατείες, φωνάζοντας «κλέφτες, κλέφτες!» και τόσο περισσότεροι Γερμανοί θα στέλνουν τις οικονομίες τους στην Ελβετία, μέχρι που το σαθρό σύστημα της ευρωζώνης θα καταλήξει από μια άλλη οδό στην αποδιάρθρωση...


Υ.Γ. Σε αυτό το άρθρο χρησιμοποιείται ο όρος “banksters” όχι για να περιγράψει τους λίγους που εξακολουθούν να τιμούν τον τίτλο του τραπεζίτη, αλλά όλους εκείνους που έμαθαν να λειτουργούν με κανόνες οργανωμένου εγκλήματος, εκβιάζοντας εκατομμύρια πολιτών να πληρώσουν για τα δικά τους λάθη και πάθη. Και χρησιμοποιώντας κάθε μέσο, θεμιτό ή αθέμιτο, για να πετύχουν τους στόχους τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια: