Παρασκευή 6 Αυγούστου 2010

''ΙΣΧΥΡΕΣ'' ΤΡΑΠΕΖΕΣ ΜΕ ΔΕΚΑΝΙΚΙ 78 ΔΙΣ ΕΥΡΩ!

Μέχρι και 50 δις. ευρώ μπορεί να φθάσουν οι ενισχύσεις ρευστότητας και κεφαλαίων που θα χορηγήσει στη διάρκεια της θητείας της η παρούσα ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών στο «ισχυρό» τραπεζικό σύστημα της χώρας, ανεβάζοντας έτσι έως και σε 78 δις. ευρώ (σχεδόν το ένα τρίτο του ΑΕΠ!) τη βοήθεια που θα έχουν λάβει οι τράπεζες από το υστέρημα των φορολογουμένων από την κατάρρευση της Lehman και μετά.



Ο κ. Γ. Παπακωνσταντίνου ανακοίνωσε χθες, ότι οι τράπεζες, κατόπιν σχετικής υπόδειξης της τρόικας, που φαίνεται ότι δεν λέει να αντιληφθεί πόσο ισχυρές είναι, θα λάβουν μέσα στο δεύτερο εξάμηνο άλλα 25 δις. ευρώ κρατικών εγγυήσεων για να εκδώσουν ομόλογα, τα οποία θα τοποθετήσουν στο… φιλόξενο παράθυρο της ΕΚΤ ως καλύμματα για την άντληση ρευστότητας.
Παρότι το ΠΑΣΟΚ ως αντιπολίτευση επέκρινε σκληρά την τότε κυβέρνηση της ΝΔ για τη χορήγηση ενισχύσεων στις τράπεζες χωρίς αυστηρό πλαίσιο ελέγχου, ώστε να διασφαλίζεται ότι κάτι θα φθάσει και στην πραγματική οικονομία, ο υπουργός Οικονομικών δεν θέτει ούτε αυτή τη φορά ένα τέτοιο πλαίσιο, αν και η πιστωτική επέκταση παραμένει εντελώς «παγωμένη», αποτελώντας βασική συνιστώσα της ύφεσης στην οικονομία.


Εντωμεταξύ, άφθονα… μειδιάματα προκαλεί στους γνωρίζοντες τα τραπεζικά πράγματα η τελευταία έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για τη Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα, με την οποία η ΤτΕ επιχειρεί άλλη μια φορά να εμφανίσει ως εύρωστο το εγχώριο τραπεζικό σύστημα, περνώντας στα… ψιλά γράμματα την οξύτατη κρίση ρευστότητας που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές τράπεζες.


Όσο και αν προσπαθεί, όμως, η ΤτΕ, ο… στραγγαλισμός των ελληνικών τραπεζών, που δεν είναι προϊόν μόνο της δημοσιονομικής κρίσης, αλλά και των σοβαρών σφαλμάτων των ίδιων των τραπεζών και της εποπτικής τους αρχή, δεν μπορεί να κρυφτεί, αν και περνά στα ψιλά γράμματα της έκθεσης και όχι στην εκτενή περίληψη που διανεμήθηκε στον Τύπο προς… λαϊκή κατανάλωση.


Μέσα από τις γραμμές της έκθεσης γίνεται σαφές, ότι το ίδιο το Δημόσιο, που οι τραπεζίτες λένε ότι δήθεν φέρει την αποκλειστική ευθύνη για τα δεινά της κρίσης, διέσωσε με μια άνευ προηγουμένου «αιμοδοσία» ρευστότητας το τραπεζικό σύστημα.


Όπως αναφέρει η ΤτΕ στην έκθεσή της:
Η ελληνική κυβέρνηση, με στόχο την ενίσχυση της δυνατότητας των τραπεζών να κάνουν χρήσητων ευχερειών αναχρηματοδότησης από το Ευρωσύστημα,2 παρέτεινε, με έγκριση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αρχικά μέχρι τις 30 Ιουνίου 2010 και στη συνέχεια μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2010, τη δυνατότητα χρήσης των μη διατεθέντων πόρων από τα μέτρα ενίσχυσης της ρευστότητας του Ν. 3723/2008.
Επιπλέον, με τον Ν. 3845/2010 επεξέτεινε το σκέλος των εγγυήσεων τραπεζικών ομολόγων κατά 15 δισεκ. ευρώ (επιπλέον των 15 δισεκ. ευρώ που προβλέπονταν αρχικά στον Ν. 3723/2008).
Στο πλαίσιο αυτό, οι ελληνικές τράπεζες το πρώτο εξάμηνο του 2010 εξέδωσαν ομόλογα με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου αξίας 26,8 δισεκ. ευρώ και έλαβαν ειδικά ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου αξίας 3,1 δισεκ. ευρώ.
Όπερ μεταφραζόμενο στην απλή ελληνική, οι τράπεζες μέσα σε έξι μήνες έλαβαν ενισχύσεις ρευστότητας που πλησίασαν τα 30 δις. ευρώ από το Δημόσιο, το οποίο την ίδια περίοδο φλέρταρε… αγρίως με την χρεοκοπία και υποχρεωνόταν να προσφύγει στον «ευαγή» μηχανισμό δανεισμού από την τρόικα, για να μην συρθεί σε στάση πληρωμών.
Έτσι, οι ίδιοι τραπεζίτες που σε κάθε ευκαιρία καυτηριάζουν την κακή δημοσιονομική διαχείριση και υποδεικνύουν το δρόμο των θυσιών (από πλευράς φορολογουμένων, ασφαλώς), δεν δίστασαν να επιβαρύνουν το κράτος με την παροχή εγγυήσεων και ρευστότητας, μέσω διάθεσης ειδικών ομολόγων, για να συνεχίσουν ακούραστα να τοποθετούν τίτλους εγγυημένους ή εκδοθέντες από το Δημόσιο στο χρηματοδοτικό «παράθυρο» της ΕΚΤ και αισίως να φθάνουν τον Ιούνιο σε ένα άνοιγμα της τάξεως των 94 δις. ευρώ προς το Ευρωσύστημα.
Με όλες αυτές τις ενισχύσεις, που μετατρέπουν σε ανέκδοτο την έννοια «χρηματοπιστωτικό σύστημα στην Ελλάδα», αφού στην πραγματικότητα πρόκειται για τράπεζες που διατηρούνται τεχνητά στη ζωή από το Δημόσιο και την ΕΚΤ, το τραπεζικό σύστημα της χώρας έριξε από την άνοιξη στο απόλυτο μηδέν το ρυθμό πιστωτικής επέκτασης στον ιδιωτικό τομέα –ο ρυθμός αύξησης των πιστώσεων σε σχέση με το τέλος του 2009 παραμένει σταθερά μηδενισμένος από τον Απρίλιο, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ.
Έτσι, παρουσιάζεται στην Ελλάδα, περισσότερο ίσως από κάθε άλλη χώρα, το οξύμωρο φαινόμενο να λαμβάνουν οι τράπεζες τεράστια ποσά ενισχύσεων από το κράτος και την κεντρική τράπεζα, αλλά παρά ταύτα να μην επιτελούν το βασικό καθήκον, για το οποίο έχουν λάβει τις άδειες λειτουργίας τους: δηλαδή, να παρέχουν χρηματοδότηση στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας.
Το ότι το τραπεζικό σύστημα ουσιαστικά έχει «κατεβάσει ρολά» και δεν λειτουργεί παρά σαν μια χοάνη απορρόφησης ρευστότητας, την οποία ανακυκλώνει για να δημιουργεί κέρδη από χρηματοοικονομικές πράξεις χωρίς αντίκρισμα για την πραγματική οικονομική δραστηριότητα, ουδόλως απασχολεί την ΤτΕ, η οποία διαπιστώνει στην έκθεσή της, ότι το τραπεζικό σύστημα «επιδεικνύει αξιοσημείωτες αντοχές, χάρη στην ισχυρή κεφαλαιακή του βάση».
Κατά τα λοιπά, η ΤτΕ συντηρεί στην έκθεσή της την τραπεζική μυθοπλασία που η ίδια εν πολλοίς δημιούργησε, εμφανιζόμενη σαν… προξενήτρα τραπεζικών γάμων: «Στην παρούσα φάση, οι ελληνικές τράπεζες οφείλουν να προχωρήσουν στην ανάληψη πρωτοβουλιών προς την κατεύθυνση της σύναψης στρατηγικών συμμαχιών. Η αναδιάρθρωση του τραπεζικού τομέα πρέπει να συμβάλει ώστε οι ελληνικοί τραπεζικοί όμιλοι να αποκτήσουν το κρίσιμο μέγεθος που θα τους επέτρεπε να εκμεταλλευθούν οικονομίες κλίμακας και να ανακτήσουν ταχύτερα την πρόσβασή τους στις διεθνείς αγορές χρήματος και κεφαλαίων», τονίζει η ΤτΕ.
Η σύσταση, βέβαια, για συγχωνεύσεις, ως αντίδοτο στην κρίση, είναι πολύ μακριά από την πραγματικότητα και τις ανάγκες της ελληνικής οικονομίας, αλλά αυτό δεν φαίνεται να ενδιαφέρει ιδιαίτερα την ΤτΕ, που πριμοδοτεί άκριτα τη δημιουργία τραπεζικών μεγαθηρίων, τα οποία θα είναι «too big to fail», κατά τη διεθνή έκφραση, και σε κάθε στραβοπάτημά τους, από κακή συγκυρία ή ακόμη και εγκληματικά διαχειριστικά λάθη, θα πρέπει να διασώζονται με το υστέρημα των φορολογουμένων.
Στην παρούσα φάση, η ΤτΕ γνωρίζει καλά, αλλά το αποκρύπτει συνειδητά στις εκθέσεις της, ότι μεγάλες τραπεζικές συγχωνεύσεις δεν θα συμβάλλουν ούτε κατ’ ελάχιστο στην επίλυση του βασικού προβλήματος ρευστότητας και κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών, αλλά αντίθετα θα δημιουργήσουν σχήματα που θα κάνουν πολλά χρόνια να ομογενοποιηθούν (και με μεγάλο κόστος), ενώ στα πρώτα βήματά τους θα αντιμετωπίζονται με καχυποψία από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης και θα δυσκολεύονται ακόμη περισσότερο να επανέλθουν με αξιώσεις στις αγορές χρήματος και κεφαλαίου.
Η γενική διατύπωση που χρησιμοποιεί η ΤτΕ για τις στρατηγικές συμμαχίες, χωρίς δηλαδή να εξαιρεί ρητά τους πιθανούς «γάμους» ανάμεσα σε μεγάλες τράπεζες, δείχνει ότι η κεντρική τράπεζα, μπροστά στην προσήλωσή της στην εξυπηρέτηση των στόχων των τραπεζιτών, ξεχνά ακόμη και τους στοιχειώδεις νόμους και κανόνες του ελεύθερου ανταγωνισμού, στο όνομα του οποίου κατά τα άλλα ομνύει σε κάθε ευκαιρία (όταν πρόκειται, βέβαια, για τα μονοπώλια, ολιγοπώλια και κλειστές αγορές των άλλων, όχι του τραπεζικού συστήματος).
Γιατί είναι αδιανόητο σήμερα να μιλάμε σοβαρά για συγχωνεύσεις μεγάλων τραπεζών, που εξ ορισμού θα δημιουργήσουν σχήματα με δεσπόζουσα θέση στην αγορά, χωρίς μάλιστα να γίνεται η παραμικρή προσπάθεια εκ των προτέρων για να τεθεί και να αντιμετωπισθεί το πρόβλημα που θα δημιουργήσουν τα νέα τραπεζικά ολιγοπώλια, που φαίνεται ότι οραματίζεται η ΤτΕ.
Μπροστά στη δημιουργία σχημάτων που θα έχουν απεριόριστη πρόσβαση στον κρατικό κορβανά, η ΤτΕ ξεχνά ακόμη και να αναφερθεί στοιχειωδώς σε τέτοια προβλήματα καταστρατήγησης των κανόνων του υγιούς ανταγωνισμού, σαν να πιστεύει ότι εξ ορισμού τα τραπεζικά ολιγοπώλια είναι αγαθά και ενδιαφέρονται μόνο για την ευημερία του κοινωνικού συνόλου. Προφανές είναι, ότι όσο η τραπεζική αγορά εποπτεύεται με αυτό το δουλεπρεπή τρόπο από την ΤτΕ, τα προβλήματα και οι κρίσεις θα ανακυκλώνονται διαρκώς…

Δεν υπάρχουν σχόλια: