(ΑΠΟ ΤΗΝ ΗΜΕΡΗΣΙΑ)
Tης Cynthia Freeland και Andrew Edgecliffe-Johnson
Η Google εξέταζε το ενδεχόμενο να προχωρήσει στην εξαγορά μιας εφημερίδας ή να στηρίξει ειδησεογραφικούς οργανισμούς μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα μέσω του φιλανθρωπικού ιδρύματός της, αλλά αποφάσισε να εγκαταλείψει προς το παρόν τα σχέδιά της προς αυτή την κατεύθυνση, όπως δήλωσε στους Financial Times ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του διαδικτυακού κολοσσού, Ερικ Σμιντ.
Τα σχόλιά του, σε συνέντευξή του στους FT.com, αναμένεται να καταλαγιάσουν την έντονη φημολογία των τελευταίων μηνών ότι η δημοφιλής μηχανή διαδικτυακών αναζητήσεων θα ήταν σε θέση να στηρίξει δημοφιλή ονόματα του διεθνούς Τύπου, όπως οι New York Times, που βρίσκονται αντιμέτωπα με διογκωμένα χρέη και συρρίκνωση των διαφημιστικών τους εσόδων.
Η Google εξέταζε το ενδεχόμενο να εξαγοράσει μία εφημερίδα, προσπαθώντας «να μην ξεπεράσει τα όρια» ανάμεσα στην τεχνολογία και το ενημερωτικό περιεχόμενο, όπως επισήμανε ο κ. Σμιντ. Στον αντίποδα, συνεργάστηκε με μεγάλες εκδοτικές εταιρείες προκειμένου οι ιστοσελίδες τους «να είναι πιο αποτελεσματικές» σε επίπεδο online διαφήμισης.
Επιπλέον, όπως υπογράμμισε, η Google κατέληξε στο συμπέρασμα ότι μία ενδεχόμενη εξαγορά θα ήταν ιδιαίτερα ακριβή. «Ορισμένες έξυπνες ιδέες» για τη στήριξη εφημερίδων σε μία δομή μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που προτάθηκαν στο ίδρυμα Google.org, «θα ήταν απίθανο να υλοποιηθούν χωρίς να έχουν προηγηθεί ορισμένες χρεοκοπίες μεγάλων επιχειρήσεων του χώρου», όπως δήλωσε χαρακτηριστικά ο κ. Σμιντ.
Παράλληλα, αρνήθηκε να σχολιάσει το ενδιαφέρον της Google για την απόκτηση ενός μεριδίου της τάξεως του 20% των New York Times από το αμερικανικό hedge fund Harbinger Capital Partners. Παρ' όλα αυτά, δήλωσε ότι ο Ντέιβιντ Γκέφεν, συνιδρυτής της DreamWorks που έχει επίσης εκφράσει ενδιαφέρον για εξαγορά της εφημερίδας, θα ήταν «ένας εξαιρετικός ιδιοκτήτης».
Οι συνδρομές και οι ειδικές χρεώσεις μέσω μικρών προμηθειών, που εξετάζονται ως εναλλακτικές λύσεις από ορισμένες εφημερίδες για την αντιμετώπιση της μείωσης των online διαφημιστικών εσόδων τους, θα μπορούσαν να εφαρμοσθούν για εξειδικευμένο περιεχόμενο, αλλά όχι για γενική ενημέρωση, όπως είναι για παράδειγμα η πολιτική επικαιρότητα, όπως υποστηρίζει ο κ. Σμιντ.
Παρά τα σχέδια μεγάλων εκδοτικών εταιρειών, μεταξύ των οποίων και η News Corp, που προσπαθούν να επιβάλλουν χρεώσεις στη γενική ενημέρωση, οι αναγνώστες δεν είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν επιπλέον για κάτι που αλλού διατίθεται δωρεάν, όπως ανέφερε.
Παράλληλα, ο κ. Σμιντ επιχείρησε να υποβαθμίσει τις εκκλήσεις της βιομηχανίας προς την Google για αύξηση του ποσοστού των εσόδων που μοιράζεται με τους ειδησεογραφικούς οργανισμούς των οποίων το περιεχόμενο φιλοξενείται στην ειδησεογραφική υπηρεσία Google News.
Στον αντίποδα, όπως επισήμανε, η Google συνεργάζεται με τη Washington Post αλλά και άλλες γνωστές εφημερίδες, για τη βελτίωση των online εκδόσεων τους.
Ο κ. Σμιντ, ο οποίος είναι μέλος του οικονομικού επιτελείου του προέδρου των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα, απέκλεισε μία πιθανή μετάβασή του στον χώρο της πολιτικής, παρά την έντονη φημολογία ότι ενδιαφέρεται να θέσει υποψηφιότητα για κυβερνήτης στην πολιτεία της Καλιφόρνια. «Μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι δεν θα ασχοληθώ ενεργά με την πολιτική. Για μένα δεν υπάρχει άλλη ζωή πλην της Google», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Παρασκευή 22 Μαΐου 2009
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου