ΑΠΟ ΤΟΝ ΧΡΗΣΤΟ ΚΩΝΣΤΑ
Όσο και να γκρινιάζουν οι Αμερικανοί αναλυτές και τραπεζίτες, οι δοκιμασίες αντοχής των Ευρωπαϊκών Τραπεζών αποδείχθηκαν όχι μόνον επιτυχείς στο σύνολό τους αλλά και δημιουργούν ταυτόχρονα τη βάση για μια ουσιαστική αναπτυξιακή πορεία.Ας δούμε, τι ακριβώς σημαίνουν τα περιβόητα TIER I και ΤΙΕR II κεφάλαια για τα οποία έγινε τόσος θόρυβος και προκλήθηκαν τόσες συζητήσεις…
Σήμερα ισχύει ο βασικός κανόνας ότι ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών δηλαδή τα κεφάλαια TIER I και TIER II πρέπει να βρίσκεται τουλάχιστον στο 8%. Με απλά λόγια για κάθε 100 € «κινδύνου» που αναλαμβάνει η Τράπεζα θα πρέπει να έχει δικό της κεφάλαιο τουλάχιστον 8 Ευρώ ώστε να ανταποκριθεί στις δυσκολίες.
Τα κεφάλαια TIER I, με απλά λόγια, είναι τα κεφάλαια των μετόχων. Είναι οι άνθρωποι που επενδύουν στο μέλλον της τράπεζας, συμπάσχουν και συμμετέχουν στις επιτυχίες και τις αποτυχίες της.
Τα κεφάλαια TIER II είναι τα λεφτά των επενδυτών – δανειστών. Είναι οι άνθρωποι που εμπιστεύονται την Τράπεζα, για να την δανείσουν χωρίς επιπλέον εξασφαλίσεις και περιμένουν απλώς να εισπράξουν τον τόκο που τους υπόσχεται κατά καιρούς η Τράπεζα. Γι’ αυτό λέγονται και δάνεια «μειωμένης εξασφάλισης», δεν παύουν όμως να είναι δανεικά και όχι μετοχικά κεφάλαια.
Ο κανόνας μέχρι σήμερα ήταν ότι για το σύνολο των κινδύνων που αναλαμβάνει η Τράπεζα (δάνεια, επενδύσεις, τοποθετήσεις κλπ) θα πρέπει ο Δείκτης Φερεγγυότητας να βρίσκεται τουλάχιστον στο 8%.
Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΙΙΙ ωστόσο ήρθε να διαφοροποιήσει αυτό τον κανόνα. Κατ’ αρχή δεν θεωρεί όλους τους κινδύνους ίδιους. Άλλο κίνδυνο αναλαμβάνει η Τράπεζα όταν χορηγεί ένα στεγαστικό δάνειο κι άλλο κίνδυνο αντιπροσωπεύει ένα δομημένο ομόλογο. Άλλο το στεγαστικό δάνειο στην υγιή και αναπτυσσόμενη οικονομία κι άλλο το στεγαστικό σε μια υφεσιακή οικονομία.
Γι’ αυτό λοιπόν η Βασιλεία ΙΙΙ αποφάσισε ότι οι τράπεζες πρέπει να έχουν υψηλότερους δείκτες φερεγγυότητας. Στην κατηγορία ΤΙΕR I το ελάχιστο πρέπει να είναι 6% και στην κατηγορία TIER II το ελάχιστο επιτρεπτό 4%. Σύνολο 10%.
Προφανώς για τον συνυπολογισμό της αξιοπιστίας κάθε τράπεζας παίζουν ρόλο και άλλα μεγέθη. Για παράδειγμα, οι προβλέψεις επισφαλών απαιτήσεων. Όταν η τράπεζα κάθε χρόνο βάζει στην άκρη πολλά κεφάλαια για να καλύψει τυχόν επισφάλειες προφανώς ενισχύει την αξιοπιστία της. Όταν έχει συσσωρευμένα κέρδη παρελθόντων ετών τα οποία δεν έχει διανείμει στους μετόχους της αλλά τα έχει κρατήσει ως απόθεμα για τις δύσκολες μέρες προφανώς αντιμετωπίζει τις αναταράξεις των αγορών με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα.
Οι ελληνικές τράπεζες ανταποκρίθηκαν με άνεση στα Stress Tests ακόμη και μετά την «ντρίπλα» της τελευταίας στιγμής με την ξαφνική αυστηροποίηση των κριτηρίων. Όπως ακριβώς σας είχε ενημερώσει εγκαίρως η στήλη, μία τράπεζα βρέθηκε κάτω από το όριο του 6% και μία ακριβώς στο όριο. Στο όριο ακραίων και εξωπραγματικών σεναρίων. Να πέφτουν τα χρηματιστήρια 20%, να μειώνονται τα ελληνικά ομόλογα 23%, να πέφτουν τα γερμανικά 4,5% και όλα αυτά μαζί και ταυτοχρόνως με μια σειρά άλλων υποθέσεων.
Το ΤΕΣΤ πήγε καλά. Ζητούμενο τώρα να δούμε το χρήμα να φθηναίνει (ίσως ο Jean Claude μας επιφυλάσσει μια ευχάριστη έκπληξη τον Αύγουστο) και ΚΥΡΙΩΣ να δούμε το χρήμα να κατευθύνεται στην πραγματική οικονομία…
Σάββατο 24 Ιουλίου 2010
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου