Τρίτη 13 Δεκεμβρίου 2011

Η ΕΚΤ έδωσε το μπαζούκα στις ευρωπαϊκές τράπεζες

Υποτίθεται ότι θα βλέπαμε την κορύφωση και λύση του ευρωπαϊκού θρίλερ, μια σύνοδο κορυφής που θα έθετε τέλος στην κρίση χρέους της Ευρωζώνης μέσα από μέτρα που θα αποκαθιστούσαν την εμπιστοσύνη των αγορών. Πέρα όμως από τη δραματική έξοδο της Βρετανίας, η ευρωπαϊκή σύνοδος της περασμένης Παρασκευής ήταν εντελώς προβλέψιμη μέσα στην αναποτελεσματικότητα της.

Για να είμαστε δίκαιοι, έγιναν κάποια μικρά βήματα προς την κατεύθυνση μιας στενότερης δημοσιονομικής ολοκλήρωσης. Αλλά η αλήθεια είναι ότι η πλήρης δημοσιονομική ένωση που χρειάζονταν ώστε να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στο ευρώ παραμένει άπιαστο όνειρο.


Το πιο σημαντικό είναι πάντως ότι και το νέο δημοσιονομικό σύμφωνο δεν δίνει καμιά λύση στην άμεση κρίση. Οι κινήσεις για ενίσχυση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου με χρήματα της ΕΚΤ και οι υπαινιγμοί για αύξηση της χρηματοδότησης των δύο μηχανισμών διάσωσης της Ευρωζώνης το 2012 δεν αντιπροσωπεύουν κανένα σημαντικό ή γρήγορο βήμα προκειμένου να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της χρηματοδότησης των περιφερειακών οικονομιών μέχρι να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στις αγορές.
Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο της συνόδου ίσως τελικά να έχει να κάνει με το λεγόμενο μεγάλο ‘μπαζούκα’. Οι αγορές περίμεναν την ενεργοποίηση του μεγάλου μπαζούκα από την ΕΚΤ με μια ανακοίνωσή της ότι θα προχωρήσει σε απεριόριστες αγορές ομολόγων της ευρωπαϊκής περιφέρειας για να βοηθήσει τις υπερχρεωμένες χώρες. Έκαναν λάθος. Ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι απογοήτευσε την Πέμπτη με το επιχείρημα ότι οι απεριόριστες αγορές κρατικών ομολόγων απαγορεύονται από τις ευρωπαϊκές συνθήκες.


Παρά ταύτα, το μεγάλο ‘μπαζούκα’ ενεργοποιήθηκε και είναι εδώ. Οι ευρωπαϊκές πολιτικές και νομισματικές αρχές φαίνεται ότι προχώρησαν σε έναν διαφορετικό σχεδιασμό. Έναν σχεδιασμό όπου η ΕΚΤ δίνει το μπαζούκα στις ευρωπαϊκές τράπεζες και αυτές αναλαμβάνουν να βγάλουν τις υπερχρεωμένες χώρες από την κρίση.


Την Περασμένη βδομάδα η ΕΚΤ ανακοίνωσε τη χαλάρωση των κανόνων για τα ενέχυρα που δέχεται από τις ευρωπαϊκές τράπεζες προκειμένου να τους παρέχει χρηματοδότηση καθώς και την επέκταση των δανείων της προς τις τράπεζες από 1 σε 3 χρόνια. Με τον τρόπο αυτό, οι τράπεζες αποκτούν απεριόριστη πρόσβαση σε φτηνό δανεισμό για μεγάλη χρονική περίοδο προκειμένου να αγοράσουν το χρέος της χώρας τους.


Το σχέδιο μοιάζει εκ πρώτης όψεως δελεαστικό και εφαρμόσιμο, από τη στιγμή που η ευρωπαϊκή σύνοδος της περασμένης Παρασκευής ανακοίνωσε ότι δεν θα υπάρξει εθελοντική συμμετοχή των ιδιωτών πιστωτών στο όποιο ευρωπαϊκό εγχείρημα διάσωσης κράτους μέλους του ευρώ πέραν της Ελλάδας, δηλαδή ότι δεν θα υπάρξουν νέα ‘κουρέματα’ για τους ομολογιούχους. Αν, επομένως, οι τράπεζες μπορούν να αντλούν χρηματοδότηση από την ΕΚΤ με 1% για μια 3ετία και να αγοράζουν ιταλικά ομόλογα με 6%, αυτό θα βοηθήσει στη μείωση του κόστους δανεισμού της Ιταλίας ενώ παράλληλα θα φέρει στις τράπεζες υψηλές αποδόσεις απαλλαγμένων κινδύνων. Συν τοις άλλοις, όλο αυτό δεν είναι αντίθετο – τυπικά τουλάχιστον – προς τους κανόνες της Ευρώπης και είναι προς το συμφέρον και των δύο πλευρών. Γιατί όταν καταρρέουν τα κράτη, οι ευρωπαϊκές τράπεζες γίνονται από τα πρώτα θύματα.
Παρόλα αυτά, συντρέχουν κάποιοι λόγοι για να διατηρεί κανείς επιφυλάξεις απέναντι σε μια τέτοια λύση – και όχι μόνο επειδή δεν ξεγελά κανέναν. Πρώτον, η ΕΚΤ επιχειρεί στην ουσία να χρηματοδοτήσει το κρατικό χρέος μέσα από τις ευρωπαϊκές τράπεζες. Αυτό απέχει πολύ από το πνεύμα της ευρωπαϊκής συνθήκης. Δεύτερον, οι μέτοχοι των τραπεζών μπορούν πολύ σωστά να αναρωτηθούν γιατί οι τράπεζες που επί έναν ολόκληρο χρόνο ξεπουλάνε τα ομόλογα της ευρωπαϊκής περιφέρειας, παρότι είχαν αυτή τη δυνατότητα εκμετάλλευσης της διαφοράς επιτοκίων, θα αρχίσουν ξαφνικά να τα αγοράζουν. Και τρίτον και σημαντικότερο, αν η παρούσα κρίση προκλήθηκε από το δεσμό μεταξύ του κινδύνου των τραπεζών και του κινδύνου των κρατών, έχει νόημα να τον ενισχύουμε;
Ίσως να μην υπάρχει άλλη εναλλακτική λύση για τη διάσωση του ευρώ. Αλλά όλα αυτά είναι ταχυδακτυλουργίες σε μια κρίση όπου οι καθαρές λύσεις και η αποφασιστικότητα θα απέδιδαν περισσότερο στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης.

Δεν υπάρχουν σχόλια: