Κυριακή 7 Μαρτίου 2010

ΨΗΦΙΣΤΗΚΕ ΤΟ Ν/Σ ΓΙΑ ΤΑ ΜΕΤΡΑ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ


Μέσα σε κλίμα αντιδράσεων αντεγκλίσεων και υψηλών τόνων ψηφίστηκε το σχέδιο νόμου για τα επείγοντα μέτρα για την οικονομία.
Ο υπουργός Οικονομικών, Γιώργος Παπακωνσταντίνου, υπερασπιζόμενος ενώπιον της Επιτροπής Οικονομικών της Βουλής, τα νέα επείγοντα μέτρα αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης ανέφερε ότι «δεν υπάρχει άλλη στρατηγική εξόδου από την κρίση σήμερα - και όποιος το υποστηρίζει, είτε δεν έχει επίγνωση της κατάστασης, είτε προσπαθεί να κοροϊδέψει τους πολίτες. Η κυβέρνηση, ζητά απ’ όλες τις πτέρυγες της Βουλής να αναλογιστούν τις ευθύνες τους. Οι πολίτες ήδη τις αναλογίζονται - ας το πράξουν και οι βουλευτές».

Ο υπουργός χαρακτήρισε «μόνιμα» τα μέτρα, σε αντίθεση με τις ρυθμίσεις της Νέας Δημοκρατίας που ίσχυαν για μερικούς μήνες και στη συνέχεια αναιρούνταν, όπως τόνισε. «Όταν όμως η κυβέρνηση, βρίσκεται στη δυσάρεστη θέση να περικόψει δώρα και επιδόματα, λέει με κάθε παρρησία, ότι όταν ξεπεραστεί η κρίση και στο πλαίσιο του ενιαίου μισθολογίου, θα μπορέσει να δώσει πίσω μέρος των πόρων. Δεν θα πούμε όμως ότι θα γίνει αυτό εντός λίγων μηνών, παίζοντας το παιχνίδι που έπαιζε η Νέα Δημοκρατία, που μας έφερε στην κατάσταση αυτή» ανέφερε ο υπουργός.
Σύμφωνα με τον κ. Παπακωνσταντίνου, τα μέτρα είναι αναγκαία, καθώς «κανείς δεν πιστεύει την Ελλάδα. Όσοι μας δανείζουν, γνωρίζουν ότι η χώρα μας παράγει ελλείμματα, οπότε μπορεί να φτάσει σε αδυναμία πληρωμής. Και κανένα ταμείο δεν είναι διατεθειμένο να χάσει λεφτά που επενδύει σε κρατικά ομόλογα. Και όλα αυτά, από μία χώρα που έλεγε συνειδητά ψέματα, δεν έκανε τίποτα να συμμαζέψει τα ελλείμματά της» ανέφερε ο υπουργός. Και γιατί η κυβέρνηση χρειάστηκε να λάβει πρόσθετα μέτρα, μετά το πρόγραμμα σταθερότητας; «Εξαιτίας της αναξιοπιστίας της χώρας, οι πιστωτές μας δεν δέχθηκαν ότι θα κάνουμε αυτά που λέμε - και ζήτησαν περαιτέρω αποφάσεις ότι θα πιάσουμε το στόχο. Η κυβέρνηση λαμβάνει τα μέτρα αυτά, για να πείσει ότι θα υλοποιήσει στο ακέραιο το πρόγραμμα σταθερότητας».
Αργότερα, η υπουργός Οικονομίας, Λούκα Κατσέλη, ανέφερε πως τα μέτρα που έχουν ήδη ληφθεί ως έκτακτα, μαζί με αυτά που προβλέπει το νομοσχέδιο, συνιστούν μια «πολύ μεγάλη μείωση δαπάνης για το Δημόσιο, ύψους 16 δισ. ευρώ. Οπότε, δεν μπορούμε να έχουμε αυταπάτες: Τα μέτρα θα έχουν οπωσδήποτε αρνητική επίπτωση στην οικονομική δραστηριότητα και θα επιφέρουν ανοδική προσαρμογή των τιμών. Τις αρνητικές αυτές, επιπτώσεις, θα προσπαθήσουμε να αμβλύνουμε με όλα τα δυνατά μέσα: Με το να στηρίξουμε την αγορά το 2010 και να βάλουμε τις βάσεις για αναθέρμανση της οικονομίας, με το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων κινητοποιώντας τους πόρους του ΕΣΠΑ, την ολοκλήρωση της αξιολόγησης των 4000 εκκρεμών αιτήσεων για ιδιωτικές επενδύσεις, το νόμο για την απλούστευση των διαδικασιών ίδρυσης επιχειρήσεων και ένταση των ελέγχων εποπτείας της αγοράς, ιδιαίτερα τώρα που θα έχουμε τάσεις ανατίμησης».
Να σημειωθεί ότι μετά από αντιδράσεις που σημειώθηκαν και εκ μέρους του ΠΑΣΟΚ (της προεδρεύουσας Βάσως Παπανδρέου, συμπεριλαμβανομένης), η υπουργός απέσυρε τη ρύθμιση για τις τιμές του φαρμάκων, που είχε επίσης εισαχθεί στο νομοσχέδιο με τη διαδικασία του κατεπείγοντος, προκειμένου να συζητηθεί διεξοδικότερα σε προσεχή συνεδρίαση.
Για το περιεχόμενο του νομοσχεδίου, ο εισηγητής της Νέας Δημοκρατίας, Χρήστος Σταϊκούρας, έκανε λόγο για «μονόπλευρα μέτρα που ακολουθούν πέντε μήνες αβουλίας», εκφράζοντας την συναίνεσή του σε ρυθμίσεις που περιορίζουν τις σπατάλες στο Δημόσιο, ή την φορολογία των ποτών και των τσιγάρων προς εξεύρεση πόρων, αλλά και την ρητή αντίθεση του κόμματός του στην αύξηση του ΦΠΑ και του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα καύσιμα. Ο κος Σταϊκούρας, αφιέρωσε μεγάλο μέρος της ομιλίας του, υπενθυμίζοντας προεκλογικές και μετεκλογικές δεσμεύσεις του Γ. Παπανδρέου και του Γ. Παπακωνσταντίνου για προστασία του εισοδήματος των εργαζομένων και μη αύξηση του ΦΠΑ.
«Από 21η θέση στην ακρίβεια πριν δυο μήνες, η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα στην τρίτη θέση. Η αύξηση του ΦΠΑ θα μετακυληθεί άμεσα στον καταναλωτή. Αν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα τόνωσης της οικονομίας, η κυβέρνηση θα οδηγηθεί σε νέες, οδυνηρές για το λαό, αποφάσεις» ανέφερε ο κος Σταϊκούρας - για να κατηγορηθεί αργότερα από τον υφυπουργό Οικονομικών, πως «η Νέα Δημοκρατία στα λόγια στηρίζει την κυβέρνηση, αλλά υπονομεύει τα μέτρα».
Ο Νίκος Καραθανασόπουλος (ΚΚΕ) αμφισβήτησε ευθέως τη δικαιολογητική βάση των επειγόντων μέτρων: «Τα μέτρα έχουν μόνιμο χαρακτήρα, στρατηγικής κατεδάφισης. Δεν είναι άμεσα συνυφασμένα με τα δημοσιονομικά. Τι σχέση έχουν οι εργασιακές σχέσεις με τα δημοσιονομικά, οι αλλαγές στο ασφαλιστικό; Γιατί η Δανία, πήρε τα ίδια ακριβώς μέτρα πριν 10 μέρες, χωρίς να έχει δημοσιονομικό πρόβλημα; Ο λόγος είναι πολύ απλός: Γιατί θέλει να συνεχίσει την επίθεση στα εργατικά δικαιώματα, στο πλαίσιο του σχεδιασμού της Κομισιόν για την ανταγωνιστικότητα του ευρωπαϊκού κεφαλαίου» ανέφερε ο εισηγητής του ΚΚΕ.
«Σ’ αυτόν τον πόλεμο που εξαπολύεται εναντίον του, πρέπει ο λαός να ξεσηκωθεί ωσάν να ήταν στην κυβέρνηση η Νέα Δημοκρατία, με την ίδια μαχητικότητα και πείσμα. Γιατί τα μέτρα θα επεκταθούν και στον ιδιωτικό τομέα» ανέφερε ο κος Καραθανασόπουλος.
Από πλευράς ΣΥΡΙΖΑ, ο Δημήτρης Παπαδημούλης καταλόγισε στην κυβέρνηση «έλλειμμα αξιοπιστίας, δημοκρατίας, δικαιοσύνης και αποτελεσματικότητας»: «Όταν έχεις 5 δισ. ευρώ ανείσπραχτο ΦΠΑ, που πληρώνουν οι καταναλωτές, αλλά δεν πηγαίνει στα δημόσια ταμεία και δεν κάνεις τίποτα να περιορίσεις την φοροκλοπή, η αύξηση του ΦΠΑ θα επιβαρύνει τη λαϊκή κατανάλωση, αλλά δεν θα βοηθήσει καθόλου τα δημόσια έσοδα. Με τον φόρο στα καύσιμα επιβαρύνετε την παραγωγή και αυξάνετε τις πληθωριστικές πιέσεις, την ώρα που έχουμε πληθωρισμό δυόμισυ φορές παραπάνω απ’ την ευρωζώνη. Και δεν είναι πληθωρισμός κόστους, αλλά πληθωρισμός κερδών, γιατί μεγάλο μέρος της οικονομίας δουλεύει για τα καρτέλ. Πού είναι τα μέτρα σας για τα καρτέλ;».
Ο εισηγητής του ΛΑΟΣ, Μάκης Βορίδης, ανάλωσε μεγάλο μέρος της ομιλίας του, αντικρούοντας τα επιχειρήματα της Αριστεράς: «Ακούω οιμωγές και οδυρμούς για τους εργαζομένους, αλλά δεν είναι το ίδιο η ιδιωτική υπάλληλος των 700 ευρώ με τον εργαζόμενο στο δημόσιο τομέα. Δεν έχουν τα ίδια συμφέροντα και τις ίδιες συνθήκες εργασίας. Γιατί λοιπόν εξισώνονται ξαφνικά οι ιδιωτικοί υπάλληλοι με αυτούς που αγωνίστηκαν σκληρά για να βρουν εκείνη την προνομιακή δουλειά (γιατί δεν γίνεται ουρά για μια θέση γραμματέως σε ένα γραφείο, αλλά στο Δημόσιο); Αυτά τα τιμάρια δεν μοίραζαν τα κόμματα της εξουσίας; Γιατί τώρα λοιπόν δεν θα πρέπει να υπάρξει συμμάζεμα;».

Δεν υπάρχουν σχόλια: